ΜΙΑ ΗΛΙΑΧΤΙΔΑ
Ήταν ξαπλωμένος στο πλάι, με τα χέρια διπλωμένα κοντά στο στήθος, τα πόδια του ήταν γυμνά, παρατημένα το ένα δίπλα στο άλλο. Εκείνη στεκόταν όρθια, …
Ήταν ξαπλωμένος στο πλάι, με τα χέρια διπλωμένα κοντά στο στήθος, τα πόδια του ήταν γυμνά, παρατημένα το ένα δίπλα στο άλλο. Εκείνη στεκόταν όρθια, …
Σκαλίζεις χώμα. Μεριάζεις τις πέτρες, τα ξύλα, τις πράσινες πόες. Σχεδιάζεις δρόμο κυκλικό δίπλα στο λιθόστρωτο της αυλής. Τα χέρια σου βάφονται μαύρα. Τα φέρνεις …
-Ο άντρας μου… με τη ζωντοχήρα! -Είσαι σίγουρη, Ανθούλα μου; Τους είδες με τα ίδια σου τα μάτια; -Ναι, Λενιώ μου. Παραφύλαξα στη γωνία και …
Λείπεις. Παρακολουθώ το φως του ήλιου να χύνεται απ’ τις γρίλιες στο σεντόνι. Με τις άκρες των δαχτύλων αγγίζω τις ζεστές αχτίδες∙ πάντα προτιμούσαν τη …
Περασμένες δώδεκα. Το αφεντικό έκλεινε ταμείο κι ο βοηθός τελείωνε το σκούπισμα του καφενείου. Τότε τον είδαν. Ρακένδυτος, σκυφτός κάτι να σκαλίζει στο παρτέρι με …