Μνημονιακοί θάνατοι, τροϊκανών διαλόγων
σκόνη όρνιων απ’ τα λευκά κουφάρια
της κρίσης επισκέπτες, φαινόμενο εφιαλτικό.
Ο θάνατος ενοικιαστής στα ερειπωμένα σπίτια
σωρεύτηκαν στις σκιές των δρόμων τα κορμιά,
για μια επανάσταση, του ονείρου τους εφιάλτης•
στο φως ελπίζουν, μα οι σκιές απλώνονται
αδειάζοντας ψυχές.
Κορμιά σωρό, η επανάσταση γιορτάζεται θαρρώ
ως πράξη παρελθόντος.
Κάποιοι θυμούνται• όταν μπουν στην άχρονη αποθήκη
τρέμουν τα χέρια στο άγγιγμα αλλοτινών ηρώων,
που είναι η σπίθα να γενεί φωτιά για να τους κάψει;
Τα σώματα να ενωθούν, μία ψυχή, μία φωνή
στα πέρατα να φτάσει.
Εδώ είναι γη αρχέγονη, με αίμα ποτισμένη
δεν ξεδιψά, δε χάνεται, μονάχα περιμένει
να δει ξανά τους ήρωες, καρπό για να τις φέρουν
ελπίδας φως απρόσμενο, να διώξουν το σκοτάδι
της μυρωδιάς το κάλεσμα, να γίνει το λιβάνι
που θα τρομάξει τις σκιές του Άδη παρακλάδια.
Άνθρωποι που δεν έχασαν το θάρρος των προγόνων
όρθωσαν τα στήθη τους, τείχη ζωής απόρθητης
αναγεννημένης, θυμίζοντας σε όλους εμάς
πως τούτη η γη ξέρει να ξυπνά γίγαντες κλειδωμένους
μες στο ασυνείδητο του χθες, για να γενούν
οι θεριστές των σκιών που έκρυψαν το φως
για να αφυπνίσουν τους θεούς που χάθηκαν
με τους ασκούς στ’ απύθμενο πηγάδι.
Μιζαμίδου Κυριακή