Τυχαία συνάντηση
Ο ήλιος στο πάρκο ήταν διαφορετικός. Σαν να ήθελε κάτι να σου πει. Έκλεισες τα μάτια και αφέθηκες στη στιγμή. Απόλαυσες την πρωινή μυρωδιά της φύσης και την επόμενη φορά που άνοιξες τα βλέφαρα ο ουρανός ήταν όλος δικός σου. Θέ μου τι μπλε ξοδεύεις για να μη σε βλέπουμε, ανακάλεσες στην μνήμη χαμογελώντας.
Ο ήχος σε διέκοψε. Κάποιος έκατσε στην άλλη άκρη απ’ το παγκάκι. Κοίταξες λοξά. Αδύνατα πόδια, γυμνασμένες γάμπες και δίπλα τους ρόδες από ένα καροτσάκι.
Κοιταχτήκατε κατάματα. Εκείνη όμορφη, αλλά σε άλλη ηλικία. Εσύ, απλά σε άλλη ηλικία.
– Ελπίζω να μην σας ενοχλούμε; ρώτησε με ευγένεια και κράτησε στην αγκαλιά της το μωρό.
Την θυμάμαι αυτή τη χροιά. Ανατρίχιασες και στάθηκες στα χείλη της. Αυτά που τότε δάγκωνες και γευόσουν.
– Δικό σας; ρώτησες μόνο και μόνο για να την ξανακούσεις.
Σου απάντησε με ένα νεύμα. Για λίγο χάθηκες στη λαχτάρα σου. Προσπάθησες να σκαρφιστείς κάτι. Την είδες να φιλά απαλά το μωρό στο λαιμό του. Ζήλεψες. Σκέφτηκες όλα τα εφηβικά σημάδια που ανταλλάσσατε μεταξύ σας. Δεν άντεξες. Σηκώθηκες να φύγεις, μακριά από την μυρωδιά της. Αυτή δεν είχε αλλάξει μέχρι τώρα.
– Φεύγεις Νικόλα; την άκουσες.
Θέ μου, σκέφτηκες και άνοιξες το βήμα.
Γιώργος Σπυράκης